Το ιταλικό ποδόσφαιρο έχει βγάλει παίκτες και παίκτες, αλλά περίπτωση σαν τον Τόνι Μπακέτι δεν έχει ξαναβγάλει και αυτό είναι κυριολεκτικό.
Το να πεις για έναν ποδοσφαιριστή ότι σκοτώνει δεν είναι αδόκιμο. Για πόσους επιθετικούς έχει ειπωθεί ή έχει γραφτεί; Ή για πόσους αμυντικούς που… δεν αστειεύονταν έχει χρησιμοποιηθεί το συγκεκριμένο ρήμα; Για μέσους, είναι η αλήθεια, μοιάζει όντως αδόκιμο. Εκτός κι αν βρεθεί ο χαφ που σκοτώνει κυριολεκτικά. Σε αυτή την κατηγορία, στην οποία ενδεχομένως να μην βρίσκεται άλλος, φιγουράρει το όνομα του Τόνι Μπακέτι. Του παίκτη που έγραψε τη δική του, αν μη τι άλλο πραγματικά ξεχωριστή, ιστορία στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Εστω με αυτά που έκανε πριν και μετά το τέλος της καριέρας του…
Ο σημερινός πρωταγωνιστής μας, γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου 1923 στα βουνά του Φρίουλι, έξω από το Ούντινε. Εκεί όπου και μεγάλωσε, δείχνοντας από μικρός ότι αγαπούσε δύο πράγματα. Το ποδόσφαιρο και τη δικαιοσύνη. Δεν ταιριάζουν, είναι η αλήθεια, αλλά ο ίδιος κατάφερε να τα συνδυάσει. Ακόμη κι αν χρειάστηκε να χρησιμοποιεί… άλλο όνομα. Ο Τόνι Μπακέτι έκανε τα πρώτα του βήματα στο ιταλικό ποδόσφαιρο στις αρχές της δεκαετίας του ’40, αλλά οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν γεγονός και ο ίδιος δεν είχε ενδοιασμούς για την πλευρά που έπρεπε να επιλέξει.
Με το κωδικό όνομα Gianni, λοιπόν, επιστρέφει στα αγαπημένα του βουνά. Είναι μέλος του Divisione Garibaldi Natisone, μιας ομάδα Παρτιζάνων και ως τέτοιος θα αναλάβει δράση. Και θα αποφασίσει να απονείμει δικαιοσύνη. Η δεύτερη αγάπη του, μετά το ποδόσφαιρο. Το πώς εννοούσε ο Μπακέτι την απονομή δικαιοσύνης, όμως, είναι άλλο θέμα… Στις 25 Μαρτίου 1945, έξω από το Ούντινε, με δύο συντρόφους του οδηγεί δεμένο σε χέρια και μάτια σε έναν λόφο έναν κάτοικο της περιοχής. Το όνομά του ήταν Αντόνιο Κομούτσι και οι φήμες τον ήθελαν να συνεργάζεται με τους Ναζί στον πόλεμο.
Ενας χαφ που απένειμε δικαιοσύνη και αδικούσε τον εαυτό του
Εκείνη την ημέρα, σε εκείνο τον λόφο, ο Τόνι Μπακέτι ή αλλιώς Gianni, θα εκτελέσει τον Κομούτσι. Θα απονείμει δικαιοσύνη και θα συνεχίσει τη ζωή του σαν να μην έγινε τίποτα. Ο πόλεμος έχει τελειώσει, οι ανοιχτοί λογαριασμοί έχουν κλείσει και ο Gianni ξαναγίνεται Τόνι. Ο αντάρτης ξαναγίνεται ποδοσφαιριστής και τα επόμενα χρόνια θα περάσει από Αταλάντα, Λουκέζε, Ιντερ, Μπρέσια, Νάπολι, Ουντινέζε, Τορίνο. Πολλές ομάδες, οι οποίες γίνονται περισσότερες από τη στιγμή που μιλάμε για έναν καλό μέσο. Καλό πόδι, έτρεχε, μάρκαρε, έβλεπε γήπεδο. Είχε όμως και ένα μεγάλο μειονέκτημα: Ηταν απείθαρχος. Πολύ. Απουσίαζε από προπονήσεις, τσακωνόταν με προπονητές ή οπαδούς, δεν έκρυβε τα συναισθήματά του όταν αντιπαθούσε κάποιον συμπαίκτη.
Ολα αυτά θα έχουν ως συνέπεια να μην κάνει την καριέρα που θα μπορούσε. Οταν, όμως, κρέμασε τα παπούτσια του, έδειξε ότι θα μπορούσε να κάνει μεγάλη καριέρα ως σκάουτ. Ο Μπακέτι είχε την ικανότητα να αναγνωρίζει αμέσως τα ταλέντα. Οπως, για παράδειγμα, τον Σιλβάνο Μαρτίνα. Εναν από τους καλύτερους Ιταλούς τερματοφύλακες και μάνατζερ του Τζανλουίτζι Μπουφόν. Και για τους παίκτες που είχε ανακαλύψει, μπορούσε να φτάσει στα άκρα για να τους υπερασπιστεί. Και είναι και αυτό κυριολεκτικό και όχι σχήμα λόγου. Η απόδειξη, άλλωστε, ήρθε στις 18 Μαΐου 1974…
Εκείνη την ημέρα, στο Ούντινε, βρίσκεται σε ένα αθλητικό κατάστημα και συζητάει με τον ιδιοκτήτη του. Η συζήτηση δεν είναι ήρεμη, αφού ο Αρμάντο Λορεντσούτι, ο ιδιοκτήτης και πρόεδρος ομάδας της περιοχής, τού χρωστάει χρήματα. Χρήματα που έπρεπε να πάνε σε ταλέντα που είχε ανακαλύψει ο Μπακέτι. Οταν, επομένως, η συζήτηση ξεφεύγει και οι δύο άντρες έρχονται στα χέρια, ο Τόνι δεν το πολυσκέφτεται: Βγάζει από την τσάντα που είχε μαζί του μια Μπερέτα 7,65 και πυροβολεί τον Λορεντσούτι στην καρδιά. Λίγη ώρα μετά, όταν έφτασε η αστυνομία, βγήκε από το κατάστημα, πέταξε στο έδαφος το όπλο, σήκωσε τα χέρια και παραδόθηκε.
Οι δύο ατάκες στο δικαστήριο
Οι αστυνομικοί θεωρούν ότι έχουν να κάνουν με έναν κοινό κακοποιό. Το ίδιο και οι δικαστές, οι οποίοι όμως θα εκπλαγούν από τη συμπεριφορά του. Σε όλη τη διάρκεια της δίκης, ο Μπακέτι παίρνει τον λόγο μόνο δύο φορές. «Ποτέ δεν μου άρεσαν τύποι σαν τον Λορεντσούτι, θέλουν πάντα να εκμεταλλεύονται τους πιο αδύναμους», είναι το μόνο που θα πει την πρώτη φορά. «Εκανα αυτό που θεωρούσα ότι ήταν το σωστό. Οταν κάνεις κάτι για να απονείμεις δικαιοσύνη δεν πρέπει να μετανιώνεις για τίποτα», είναι το μόνο που θα πει τη δεύτερη φορά.
Το δικαστήριο, τελικά, θα τον κρίνει ένοχο και θα τον καταδικάσει σε φυλάκιση 10 ετών. Στη φυλακή θα δεχθεί πολλές επισκέψεις και ανάμεσά τους είναι και δύο εξέχουσες προσωπικότητες του ιταλικού ποδοσφαίρου: Ο Εντσο Μπεαρτζότ, προπονητής της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Ιταλίας του 1982, και ο θρυλικός Ντίνο Τζοφ. Αμφότεροι από το Φρίουλι, γνώριζαν καλά ποιος ήταν ο Μπακέτι και τι είχε κάνει στη ζωή του. Στη φυλακή, τελικά, δεν θα μείνει πολύ αλλά μόνο 3,5 χρόνια.
Η υγεία του, έχοντας πρόβλημα στους πνεύμονες, επιδεινώνεται συνεχώς και τελικά θα οδηγηθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό. Εκεί, στο σπίτι του, θα φύγει από τη ζωή στις 9 Ιανουαρίου 1979, στην ηλικία των 56 ετών. Η είδηση του θανάτου του, θα περάσει στα ψιλά στην ιταλική τηλεόραση, όπου θα αναφερθεί απλά το γεγονός και τίποτα άλλο. Οπως και στις εφημερίδες. «Ολοι ήξεραν την ιστορία του Τόνι Μπακέτι αλλά κανείς δεν ήθελε να την πει», θα σημειώσει σε σχετικό αφιέρωμά της η Gazzetta dello Sport…
Διαβάστε στο italians.gr
Don Andrea Gallo: Ο αγγελικά αναρχικός ιερέας οπαδός της Τζένοα
Η τραγική ιστορία του Μαουρίτσιο Σκιλάτσι που κατέληξε να κοιμάται σε ένα Fiat Panda
Ξεκίνησε τερματοφύλακας, έγινε επιθετικός και… σκότωσε έναν τερματοφύλακα