Τορίνο. Η ομάδα και η πόλη που έκλαψε το 1967 για έναν εντελώς απροσδόκητο θάνατο.
Ζούσε αντισυμβατικά και το γεγονός ότι αυτό συνέβαινε σε μια εποχή πολύ συντηρητική για την Ιταλία, τον έφερνε ακόμη περισσότερο στο επίκεντρο της προσοχής, αν και ο ίδιος δεν επιθυμούσε κάτι τέτοιο. Δεν επιθυμούσε ούτε την παρομοίωση με τον Τζορτζ Μπεστ, ούτε το να γίνεται… εργατική εξέγερση για χάρη του. Το μόνο που ήθελε ήταν να συνεχίζει να ζει όπως ήθελε, δηλαδή να αράζει με συμπαίκτες και οπαδούς, να χαίρεται τον έρωτά του με την παντρεμένη Κριστιάνα, να ζωγραφίζει και να παίζει μπιλιάρδο με οπαδούς της Τορίνο. Χωρίς να μπορεί να φανταστεί, φυσικά, ότι ένας εξ αυτών θα ευθυνόταν για τον πρόωρο θάνατό του…
Η ιστορία του Λουίτζι Μερόνι είναι από αυτές για τις οποίες βγήκε η φράση «τραγική ειρωνία» και αυτό είναι που την κάνει ξεχωριστή. Ξεχωριστός, άλλωστε, ήταν κι αυτός μέσα στο γήπεδο και είχε φανεί από νωρίς. Αν δεν ήταν, στο κάτω-κάτω, δεν θα έδινε η Τορίνο 300 εκατ. λιρέτες για να τον αγοράσει από την Τζένοα το καλοκαίρι του 1962, προκαλώντας τόσα νεύρα στον προπονητή των Γενοβέζων, τον Αργεντίνο Μπέντζαμιν Σάντος, ώστε αυτός τελικά να καρφωθεί πάνω σε ένα δέντρο με το αυτοκίνητό του καθώς επέστρεφε στην πόλη για να τα πει με τη διοίκηση.
Δικό του πρόβλημα… Για τον Μερόνι, το μόνο «πρόβλημα» ήταν το πόσες ντρίμπλες θα έκανε στον αντίπαλο πλάγιο μπακ ή το αν θα έκοβε πιο κοντά τα μαλλιά του, όπως του είχε ζητήσει ο προπονητής της Ιταλίας, Εντμόντο Φάμπρι. Δεν το έκανε και αυτό είχε ως συνέπεια να μείνει εκτός σκουάντρα ατζούρα γα πολύ καιρό, αλλά και πάλι δεν τα έβαψε μαύρα. Αντιθέτως, «έβαφε» τον καμβά στα χρωματα που τον εξέφραζαν ανά πάσα στιγμή, αφού η ζωγραφική ήταν ένα από τα χόμπι του. Το άλλο, ήταν το να αγαπάει, να περνάει καλά, είτε με τη γυναίκα που ήθελε και η οποία ήταν παντρεμένη, είτε με τους συμπαίκτες του, με τους οποίους έβγαινε πάντα για ποτό μετά τα παιχνίδια.
Οι αντιλήψεις του, ο τρόπος ζωής του, η κοσμοθεωρία του, θα μπορούσε να πει κανείς ότι έμοιαζαν με αυτές του Τζάνι Ανιέλι εκείνα τα χρόνια, όταν ο Avvocato απολάμβανε τη ζωή, έχοντας βάλει ανθρώπους της εμπιστοσύνης του στη FIAT. Προφανώς, όμως, δεν ήταν αυτός ο λόγος που η Γιουβέντους αποφάσισε να σπάσει κάθε ρεκόρ για να τον κάνει δικό της, αλλά το γεγονός ότι μέσα στο γήπεδο ήταν πολύ καλός. Τόσο καλός, ώστε να πάει στο Μιλάνο και να… κάνει πλάκα απέναντι στην Ιντερ του Ελένιο Ερέρα, η οποία κατακτούσε πρωταθλήματα και Πρωταθλητριών.
Η φήμη ότι η Γιούβε το καλοκαίρι του 1967 συμφώνησε με την Τορίνο για την μεταγραφή του Μερόνι για 750 εκατ. λιρέτες, προκάλεσε σοκ στον Τύπο και οργή στους τιφόζι. Πολλοί εξ αυτών, ήταν εργάτες στη FIAT και αυτό είχε ως συνέπεια η πόλη να απειληθεί με… σχίσμα. Βασικά, απειλήθηκε η FIAT με απεργίες, οπότε ο Ανιέλι έκανε πίσω, η Τορίνο επίσης παρά τα σοβαρά οικονομικά προβλήματά της και ο Μερόνι παρέμεινε εκεί που ήταν. Και ίσως αυτό να ήταν και η «καταδίκη» του, αν δεχθούμε ότι αρκεί μία κίνηση ή μία απόφαση για να αλλάξει η ροή των πραγμάτων.
Αυτό, όμως, δε θα το μάθουμε ποτέ… Αντιθέτως, ξέρουμε τι έγινε στην πραγματικότητα. Και αυτό που έγινε, όπως προαναφέραμε, είναι ο ορισμός της τραγικής ειρωνίας. Πώς αλλιώς να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι στις 15 Οκτωβρίου 1967, μετά από ένα ματς με τη Σαμπντόρια, ο Μερόνι και ένας συμπαίκτης του, ο Φαμπρίτσο Πολέτι, βγήκαν για ποτό και την ώρα που διέσχιζαν τον δρόμο για να περάσουν απέναντι, ένα αυτοκίνητο FIAT παρέσυρε τον «Ιταλό Τζορτζ Μπεστ»; Πώς αλλιώς να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι αυτός που οδηγούσε το αυτοκίνητο, ο 19χρονος Ατίλιο Ρομέρο, ήταν φανατικός οπαδός της γκρανάτα, τρελός φαν του Μερόνι και σχεδόν γείτονάς του, έχοντας το δωμάτιό του γεμάτο αφίσες του;
Η παρουσία χιλιάδων κόσμου στην κηδεία του, ανάμεσα στους οποίους και πολλοί οπαδοί της Γιουβέντους, ήταν απλά η επιβεβαίωση για το πώς είχε προλάβει να «κερδίσει» τους πάντες, στα 24 του χρόνια, ο Λουίτζι. Και το γεγονός ότι το 2000 ανακοινώθηκε ότι η Τορίνο περνούσε στα χέρια του… Ατίλιο Ρομέρο, ο οποίος έγινε ο νέος πρόεδρός της, επανέφερε στο μυαλό όλων την τραγική ιστορία με τον θάνατο του πιο ταλαντούχου ποδοσφαιριστή που είχε στις τάξεις της η γκρανάτα μετά την ομαδάρα που είχε χαθεί στον λόφο της Σουπέργκα δύο δεκαετίες πριν.
Το γεγονός ότι στα χέρια του Ρομέρο η Τορίνο κήρυξε πτώχευση, μοιάζει με τη φυσιολογική κατάληξη μιας ιστορίας που δεν είχε τελικά τίποτα συμβατικό, πεζό, σύνηθες ή βαρετό. Γιατί ο Λουίτζι Μερόνι, δεν ήταν τίποτα απ’ όλα αυτά…
Πηγή φωτογραφιών: Επίσημος λογαριασμός της Τορίνο στο Twitter