Γιουβέντους. Η ομάδα που έχει αλλάξει όσο καμία άλλη στον κόσμο την τελευταία δεκαετία.
Πέμπτη, 8 Σεπτεμβρίου 2011. Η καρδιά του ιταλικού ποδοσφαίρου χτυπάει στο Τορίνο, όπου η Γιουβέντους εγκαινιάζει το πρώτο ιδιόκτητο γήπεδο της χώρας. Και το έκανε με μια πολύ όμορφη γιορτή stile Juve. Η τιμή στη μνήμη του Γκαετάνο Σιρέα, η αναγνώριση για τις ομαδάρες του Τζοβάνι Τραπατόνι και του Μαρτσέλο Λίπι, η αναγνώριση στον Φάμπιο Καπέλο, η αγάπη για τους 39 αγγέλους του Χέιζελ, οι Τζαμπιέρο Μπονιπέρτι και Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο να κάθονται στο παγκάκι της ίδρυσης του κλαμπ, το πολύ συγκινητικό βίντεο με την κατάλληλη μουσική υπόκρουση για τους Τζάνι και Ουμπέρτο Ανιέλι, τα πάντα… Η Γιουβέντους εκείνη τη βραδιά τίμησε το πλούσιο, όμορφο παρελθόν της. Και παράλληλα, χωρίς να το ξέρει κανείς εκείνη τη στιγμή, το αποχαιρετούσε…
Αυτό δεν έγινε σαφές αμέσως, αλλά έγινε όσο περνούσε ο καιρός. Το καλό για τους οπαδούς της, είναι ότι περνούσε ευχάριστα. Το ένα πρωτάθλημα μετά το άλλο, τα κύπελλα, η επιστροφή στο στάτους που πάντα είχε και πρέπει να έχει στην Ευρώπη, όλα αυτά αρκούν για να κάνουν τον κάθε οπαδό ευτυχισμένο. Οπως συμβαίνει σχεδόν παντού στη ζωή όμως, έτσι κι εδώ, αυτή η ευτυχία είχε και έχει ένα τίμημα. Και αναλόγως τη σκοπιά που το βλέπει κανείς, αυτό μπορεί να είναι και πολύ βαρύ. Γιατί είναι, εξ ορισμού, πολύ βαρύ το να αλλοιώνεται το DNA της ομάδας που παραδοσιακά ήταν made in Italy. Ηταν…
Η αλλαγή του σήματος τον Ιανουάριο του 2017, ήταν το πρώτο σημαντικό σημάδι ότι στο Τορίνο έχουν κάτι περίεργο, μεγάλο, καινοτόμο, ιστορικό ή ιερόσυλο, στο μυαλό τους. Δεν ήταν κάτι πρωτοφανές, η ίδια η Γιούβε αλλά και σχεδόν όλες οι ιταλικές ομάδες, έχουν κάνει αλλαγές στα σήματά τους στο πέρασμα του χρόνου. Αλλαγές, όμως, που δεν άλλαζαν το γενικότερο πλαίσιο. Αυτή τη φορά, οι μπιανκονέρι το άλλαξαν, αφού παρουσίασαν κάτι που δεν είχε καμία σχέση με την παράδοση. Κάτι που θα ήταν απλά ο προπομπός για τις αλλαγές που θα ακολουθούσαν.
Το νέο σήμα δεν άργησε, μόλις 2,5 χρόνια χρειάστηκαν, για να φορεθεί σε νέα φανέλα. Χωρίς τις κλασικές ασπρόμαυρες ρίγες με τις οποίες γνωρίσαμε, αγαπήσαμε ή μισήσαμε τη Γιουβέντους. Και όλο αυτό, ήταν στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας που σχεδίαζε και στην οποία έμπαινε το κλαμπ: Την πραγματικότητα των social media. Ο κόσμος προχωράει, σύμφωνοι, οπότε δεν μπορείς να μην ακολουθήσεις, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση, στην εποχή που ζούμε και με τον ρυθμό που κινούνται τα πάντα, κινδυνεύεις να μείνεις πολύ πίσω. Αλλο αυτό όμως και άλλο το να πας στο άλλο άκρο.
Κατά το «η κάθε ομάδα παίρνει τον χαρακτήρα του προπονητή της», ισχύει ή πρέπει να ισχύει και το «κάθε κλαμπ παίρνει τον χαρακτήρα του ιδιοκτήτη της». Η Κυρία, αναμφίβολα, το επιβεβαίωνε αυτό επό δεκαετίες. Επί έναν αιώνα και περισσότερο ακόμη. Ηταν ένα κλαμπ, μια ομάδα, που ήταν φανερό ότι είχε επηρεαστεί από τον Avvocato ή τον Dottore. Ενα κλαμπ βαρύ, σοβαρό, μια ομάδα που προτιμούσε τις πράξεις από τα λόγια, ένας οργανισμός που δεν ήταν υπέρ του «φαίνεσθαι» αλλά έδειχνε αυτό που «είναι».
Οι ακριβές μεταγραφές
Και αυτό που ήταν οι μπιανκονέρι, ήταν ένα κλαμπ που δεν βασιζόταν στη συνεχή σπατάλη χρημάτων, δεν είχε τη νοοτροπία των «νεόπλουτων», αυτών που θα επιχειρήσουν να εντυπωσιάσουν. Το έκανε και η Γιούβε, φυσικά, αυτό, αλλά μόνο όταν χρειαζόταν. Και με τους δικούς της όρους, χωρίς να ξεφύγει από τη λογική της. Ναι, έκανε πανάκριβες μεταγραφές και στο παρελθόν, αυτή του Ρομπέρτο Μπάτζιο για παράδειγμα είχε σπάσει το ρεκόρ όλων των εποχών, αλλά ήταν κάτι που γινόταν μία στο τόσο. Οχι κάθε καλοκαίρι, ακόμη κι αν δεν ήταν εντελώς απαραίτητο. Τώρα, άλλαξε κι αυτό.
Τα 90 εκατ. ευρώ για τον Γκονσάλο Ιγουαΐν το καλοκαίρι του 2016, σόκαραν τους πάντες. Και ως ποσό αλλά και -κυρίως- ως κίνηση. Ενα χρόνο μετά, τα 90 θα γίνονταν 100 εκατ. ευρώ για τον Κριστιάνο Ρονάλντο, με συμβόλαιο στα 31 εκατ. ευρώ ετησίως. Και θα ακολουθούσε ένα χρόνο μετά ο Ματάις Ντε Λιχτ, σε μια κίνηση όμως που είχε λογική, αν δει κάποιος την ηλικία του. Η βαριά, σοβαρή, underground και μετρημένη στα οικονομικά Γιουβέντους, δε θα έκανε ποτέ τη μεταγραφή του Αργεντίνου ή του Πορτογάλου. Η Γιουβέντους της νέας εποχής και των social media, όμως, τις «χρειαζόταν».
Made in Italy;
Το κακό είναι ότι δε δείχνει να χρειάζεται, πλέον, τους Ιταλούς παίκτες. Η παρουσία μόνο ενός τέτοιου στην 11άδα κόντρα στη Φερεντσβάρος, ενώ για πρώτη φορά σε 123 χρόνια και μετά από 4.371 παιχνίδια, δεν υπήρχε γηγενής στο τέρμα ή στην άμυνα, προκάλεσε θόρυβο. Λογικό. Για τη λογική που επικρατεί πλέον στη Γιουβέντους, αυτός ο θόρυβος μπορεί και να μην είναι κακός. Το θέμα, πλέον, είναι να ακούγεται το κλαμπ, να γίνεται κουβέντα στα social media, να υπάρχουν αλληλεπιδράσεις σε Twitter ή Instagram και όλα αυτά που κάποτε στο Τορίνο δεν μπορούσαν όχι να τα σκεφτούν αλλά ούτε καν να τα ακούσουν.
Η Γιούβε, την αγαπάς ή τη μισείς της το αναγνωρίζεις, είναι διαχρονικά ο βασικότερος πυλώνας της εθνικής Ιταλίας, αυτή που στήριξε, αγάπησε, βοήθησε τον Ιταλό ποδοσφαιριστή περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Το έκανε με υπερηφάνεια και με απόλυτη βεβαιότητα ότι αυτό είναι το σωστό, αυτό επιτάσσει το DNA και η λογική του κλαμπ. Αυτό «έπρεπε» να γίνεται και γινόταν.
Αλλά όλα αυτά, όμως, άρχιζαν να αλλάζουν σταδιακά, μετά τα εγκαίνια της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, τρεις μέρες πριν το πρώτο επίσημο ματς της σεζόν 2011-12. Ενα Γιουβέντους – Πάρμα 4-1. Με εννιά Ιταλούς στην 11άδα. Στο παιχνίδι από το οποίο άρχισε η πορεία προς τα εννιά σερί πρωταθλήματα και την αλλαγή, τελικά, όλων των σταθερών του κλαμπ. Γιατί η ευτυχία, όπως μπορούν να επιβεβαιώσουν οι τιφόζι της Κυρίας, έχει και το τίμημά της τελικά…
Πηγή φωτογραφιών: Επίσημος λογαριασμός της Γιουβέντους στο Twitter