Το ιταλικό ποδόσφαιρο έχει ζήσει πράγματα που δεν συναντάμε αλλού, όπως για παράδειγμα το να βλέπουμε μεγάλα αστέρια σε μικρότερες ομάδες.
Λένε ότι το επίπεδο στο οποίο βρέθηκε το ιταλικό ποδόσφαιρο τις δεκαετίες ’80 και ’90 είναι υψηλότερο από όλα. Και λένε αλήθεια. Μέχρι και τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, μέχρι και το Calciopoli, η Serie A ήταν κορυφή. Το 2003, άλλωστε, είχε τρεις ομάδες στην 4άδα του Champions League.
Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, όμως, ήταν ακόμη καλύτερη. Γιατί τότε μπορούσε κανείς να δει τεράστια ονόματα παντού. Ακόμη και σε «επαρχιακές» ομάδες, provinciali, όπως αποκαλούν οι Ιταλοί τις μικρότερες. Αυτές που δεν έχουν πολλούς τίτλους, αυτές που δεν είναι από Μιλάνο, Τορίνο, Ρώμη ή Νάπολη. Και οι παρακάτω οκτώ περιπτώσεις, επιβεβαιώνουν όσα προαναφέραμε. Αφήνοντας στην άκρη τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, ο οποίος δεν «χωράει» σε καμία λίστα…
Ζίκο
«Ή Ζίκο ή Αυστρία», φώναζαν οργισμένοι οι οπαδοί της Ουντινέζε το καλοκαίρι του 1983. Ο λόγος; Η ομάδα τους, είχε κάνει πρόταση 4 εκατ. δολαρίων για την απόκτηση του Βραζιλιάνου αστέρα. Ποσό που ταρακούνησε τα μεγαλύτερα κλαμπ, τα οποία ζήτησαν από την ομοσπονδία να μπλοκάρει τη μεταγραφή. Τουλάχιστον μέχρι να δοθούν οικονομικές εγγυήσεις. Η μεταγραφή τελικά έγινε και το Νο10 της Βραζιλίας έπαιζε στο Φρίουλι για δύο χρόνια. Η πρώτη σεζόν ήταν καλή σε ατομικό επίπεδο: 19 γκολ, ένα λιγότερο από τον Μισέλ Πλατινί, παράνοια με τις εκτελέσεις φάουλ. Η δεύτερη, όμως, όχι. Τραυματισμοί, τιμωρίες, διαφωνίες με τη διοίκηση, αποχώρηση…
Σόκρατες
Το καλοκαίρι του 1984 ήταν ξεχωριστό για το ιταλικό ποδόσφαιρο, λόγω της άφιξης του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Παράλληλα, όμως, ολοκληρώθηκε ακόμη μία μεγάλη μεταγραφή. Η Φιορεντίνα αποκτούσει τον θρυλικό Σόκρατες, τον παικταρά της εθνικής Βραζιλίας και της Κορίνθιανς. Στα 30 του χρόνια, βγαίνοντας για πρώτη φορά από την Ιταλία, ο Σόκρατες δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στην Ιταλία. Γεγονός που είχε ως συνέπεια μόλις ένα χρόνο μετά την άφιξή του, να επιστρέψει στην πατρίδα του για τη Φλαμένγκο. Αυτό δεν αναιρεί, όμως, το γεγονός ότι ήταν μια μεγάλη νίκη για τη Serie A.
Ντιέγκο Σιμεόνε
Ολοι τον θυμόμαστε με τη φανέλα της Ιντερ ή της Λάτσιο. Αυτές, όμως, δεν είναι οι μοναδικές που φόρεσε στη Serie A. Ή και στη… Serie B. Ο Σιμεόνε συστήθηκε στο ιταλικό ποδόσφαιρο το καλοκαίρι του 1990 υπογράφοντας στην ταπεινή Πίζα. Πιτσιρικάς τότε, μόλις 20 ετών ήταν, έδειξε καλά στοιχεία αλλά δεν ήταν συνολικά καλή η ομάδα. Συνέπεια αυτού, ο υποβιβασμός στη Serie B. Ο Αργεντίνος παρέμεινε και έπαιξε και στη 2η κατηγορία, αλλά η Πίζα δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την άνοδο. Ετσι, δύο χρόνια μετά την απόκτησή του, ήρθε η πώλησή του στη Σεβίλλη.
Πεπ Γκουαρδιόλα
«Λύσε μου μια απορία… Εχεις πετύχει τα πάντα στην καριέρα σου, κατέκτησες τόσους τίτλους. Τι ήρθες να κάνεις στη Μπρέσια;», τον ρώτησε ο Κάρλο Ματσόνε το καλοκαίρι του 2001. Στην πρώτη μέρα της προετοιμασίας των μπιανκατζούρι, συγκεκριμένα. «Πάντα ήθελα να παίξω στην ίδια ομάδα με τον Ρομπέρτο Μπάτζιο», ήταν η απάντηση. Επειτα από μια ζωή ολόκληρη στη Μπαρτσελόνα, ο Γκουαρδιόλα αποφάσισε το 2001 να αλλάξει πρωτάθλημα και επέλεξε τη Serie A. Και τη Μπρέσια. Αυτό ήταν το ιταλικό ποδόσφαιρο εκείνα τα χρόνια… Στο Mario Rigamonti ο Πεπ έμεινε μία χρονιά, παίρνοντας μεταγραφή στη Ρόμα την επόμενη.
Γκεόργκε Χάτζι
Ο Μαραντόνα των Καρπαθίων, όπως ήταν το προσωνύμιό του. Και σαν τέτοιος, δεν γινόταν να μην παίξει στην Ιταλία. Αυτό δεν αποτελεί, επομένως, έκπληξη. Είναι, όμως, τέτοια η ομάδα στην οποία έπαιξε. Και από ποια πήγε εκεί. Ο Χάτζι ήταν στη Ρεάλ Μαδρίτης από το 1990 και το 1992 την άφησε για τη Μπρέσια! Εκεί, έζησε αρχικά την πίκρα του υποβιβασμού, αλλά δεν πτοήθηκε. Παρέμεινε στους Λομβαρδούς, τους βοήθησε να επιστρέψουν άμεσα στη Serie A και πήγε στο Μουντιάλ για να βγάλει μάτια. Οδήγησε τη Ρουμανία ως τους «8» και πήρε μεταγραφή για τη Μπαρτσελόνα.
Χρίστο Στόιτσκοφ
Τον Δεκέμβριο του 1994 έπαιρνε τη Χρυσή Μπάλα. Και την έπαιρνε επειδή είχε οδηγήσει τη Βουλγαρία στους «4» του Μουντιάλ, αποκλείοντας Γαλλία στα προκριματικά και Γερμανία στους «8». Ηταν στα καλύτερά του άλλωστε, ήταν ηγέτης της Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ. Λίγους μήνες μετά, μαζί με τη Χρυσή Μπάλα του, πατούσε το πόδι του στην Ιταλία. Στην Πάρμα συγκεκριμένα. Ο Βούλγαρος επιθετικός ήταν μία από τις μεγαλύτερες μεταγραφής της εποχής, αλλά στο γήπεδο τα βρήκε δύσκολα. Μόλις επτά γκολ, δυσκολία προσαρμογής και τελικά αποχώρηση ένα χρόνο μετά.
Κλάρενς Ζέεντορφ
Πήρε το Champions League με τον Αγιαξ, μετά με τη Ρεάλ, ακολούθησε η θητεία στην Ιντερ και τα μεγαλεία στη Μίλαν. Ενδιάμεσα, όμως, υπήρξε και η Σαμπντόρια. Το καλοκαίρι του 1995, στα 19 του χρόνια, ο Ζέεντορφ άφηνε τον Αίαντα αφού τον ήθελε η μισή Ευρώπη. Και αυτή που κατάφερε να τον κάνει δικό της ήταν η ομάδα της Γένοβας. Ακόμη μία απόδειξη για το πόσο δυνατό ήταν το ιταλικό ποδόσφαιρο τότε. Στους Μπλουτσερκιάτι, βέβαια, ο Ολλανδός έμεινε μόνο ένα χρόνο, αφού μετά πήγε στη Ρεάλ. Αυτό, όμως, δεν αλλάζει κάτι.
Χανς Πίτερ Μπρίγκελ
Βασικός στον τελικό του Μουντιάλ 1982, όπου έκανε και το πέναλτι που έχασε ο Αντόνιο Καμπρίνι, ήταν από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της χώρας του. Και ως τέτοιος, αρνήθηκε κάποτε να πάει στη Μπάγερν Μονάχου, αλλά είπε «ναι» στην Ελλάς Βερόνα. Ηταν το 1984 όταν υπέγραφε και ένα χρόνο μετά πανηγύριζε κάτι ανεπανάληπτο: Την κατάκτηση του πρωταθλήματος! Ο Μπρίγκελ, ο πρώτος που αναδείχθηκε παίκτης της χρονιάς στη χώρα του αν και έπαιζε στο εξωτερικό, ρίζωσε στην Ιταλία. Εμεινε δύο χρόνια στη Βερόνα και ακολούθησαν άλλα τόσα στη Σαμπντόρια, όπου και έβαλε τέλος στην καριέρα του.
Διαβάστε στο italians.gr
Οι Αργεντίνοι που έγραψαν ιστορία στο ιταλικό ποδόσφαιρο
Ιταλικό ποδόσφαιρο: Παικταράδες που κατέκτησαν λίγα για την αξία τους