Η εθνική Ιταλίας θέλει να κατακτήσει το 2ο Euro της ιστορίας της, έχοντας για πρωταγωνιστή στο πρώτο τον κορυφαίο σκόρερ της ιστορίας της, τον Λουίτζι Ρίβα.
«Εζησα ένα ποδόσφαιρο στο οποίο οι αμυντικοί τραβούσαν μία γραμμή στην περιοχή τους και έλεγαν “αν περάσεις θα σου σπάσω το πόδι”. Εποχές στις οποίες για να σου δώσουν πέναλτι στο Μιλάνο ή στο Τορίνο δεν αρκούσε ούτε αναρρωτική άδεια 15 ημερών. Δεν είχαμε την προστασία που έχουν οι ποδοσφαιριστές τώρα. Δεν μετανιώνω για τίποτα όμως. Ούτε για το γεγονός ότι δεν έπαιξα σε άλλες ομάδες. Οταν έβλεπα τον κόσμο να ξεκινάει στις 8 από το Σάσαρι και στις 11 το γήπεδο να είναι κατάμεστο, καταλάβαινα ότι για τον κόσμο της Σαρδηνίας το ποδόσφαιρο ήταν τα πάντα.
Η Κάλιαρι ήταν τα πάντα για όλους και κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να στερήσω από τους πάστορες τη μοναδική χαρά τους. Θα ήταν δειλία το να φύγω, παρ’ όλα τα λεφτά και τη φήμη της Γιούβε. Μετά από κάθε ματς ο Αλόντι εμφανιζόταν μπροστά μου και μου έλεγε “έλα, πάμε να τηλεφωνήσουμε στον Μπονιπέρτι”. Αλλά δεν είχα ποτέ την παραμικρή αμφιβολία και δεν το μετάνιωσα ποτέ…».
Πέτυχε επειδή ήταν δυστυχισμένος
Υπάρχουν αυτοί που έκαναν καριέρα στο ποδόσφαιρο επειδή αυτό ήθελαν από μικροί. Υπάρχουν αυτοί που έκαναν την πορεία τους επειδή αυτό ήταν το γραφτό τους. Οπως υπάρχουν κι αυτοί που έπαιξαν μπάλα για τη δόξα ή για το χρήμα. Κατανοητά όλα αυτά, δεκτά και σεβαστά. Την προσοχή σου, όμως, δεν μπορεί να μην την κερδίζει (και) η περίπτωση ενός τύπου που έκανε μεγάλη καριέρα στο ποδόσφαιρο και απέκτησε δόξα και χρήματα, όχι επειδή ήταν το όνειρο του ή επειδή κυνηγούσε αυτά που προαναφέραμε, αλλά επειδή το χορτάρι και η μπάλα ήταν ο τρόπος για να βγάζει την οργή του…
Ο Λουίτζι “Τζίτζι” Ρίβα είναι ένας από τους θρύλους του Calcio. Και πώς να μην ήταν άλλωστε; Πήρε πρωτάθλημα με την Κάλιαρι, είναι ο πρώτος σκόρερ της εθνικής Ιταλίας, πήρε Euro, ήταν φιναλίστ σε Μουντιάλ. Εφτασε στη 2η και στην 3η θέση στο διαγωνισμό της Χρυσής Μπάλας… Δεν τα λες και λίγα. Το ενδιαφέρον, όμως, με την περίπτωση του, εστιάζεται εδώ: Ολα αυτά θα προτιμούσε να μην τα έχει πετύχει και παράλληλα όλα αυτά τα πέτυχε επειδή ήταν δυστυχισμένος σε όλα τα άλλα.
Ο χαμός του πατέρα και το σχολείο της εκκλησίας
Στα 8 του χρόνια έχασε τον πατέρα του λόγω ενός δυστυχήματος στη δουλειά του. Ενα χρόνο μετά η πάμφτωχη μητέρα του τον έστειλε εσώκλειστο σε σχολείο της εκκλησίας και αυτή η περίοδος της ζωής του είναι και αυτή που θεωρεί ο ίδιος ως τη χειρότερη. Κατάφερε να φύγει από εκεί στα 15 του. Επιασε δουλειά για το μεροκάματο, κάπνιζε, έπινε, ξενυχτούσε και με το ποδόσφαιρο ασχολήθηκε σαν χόμπι. Αλλά και επειδή είχε… υποσχεθεί ότι θα το κάνει μια βραδιά με ποτό και δεν ήθελε να αθετήσει τον λόγο του.
Από τη στιγμή που τον τήρησε, πέτυχε όσα έχουμε αναφέρει παραπάνω. Αλλά τα πέτυχε με τον δικό του τρόπο. Εξακολουθώντας να νιώθει σαν δυστυχισμένος δηλαδή. «Οταν ήμουν στο αεροπλάνο για Σαρδηνία, για να υπογράψω στην Κάλιαρι, όταν είδα από ψηλά το νησί σκέφτηκα κατευθείαν ότι είναι σαν την Αφρική. Το νησί που στέλνουν κόσμο για να τον τιμωρήσουν», είπε αργότερα. Κι όμως, τελικά τη Σαρδηνία δεν την άφησε ποτέ και για κανένα λόγο. Ο θρύλος λέει ότι ο Ρίβα είναι ο μοναδικός που είπε «όχι» περισσότερες από μια φορές στον Τζάνι Ανιέλι. Τρεις φορές απάντησε αρνητικά στον Avvocato που τον ήθελε στη Γιουβέντους. Και το ίδιο είπε και σε Μίλαν και Ιντερ.
Ο λόγος, είναι το γεγονός ότι η μοναξιά της Σαρδηνίας, αυτό το… αποκομμένο του νησιού, ήταν αυτο που του έδινε τελικά οξυγόνο, ζωή. Δεν ήταν σε κάποια μεγάλη ομάδα, όπου θα ήταν ο σταρ του φαβορί, αυτός που τα είχε όλα και θα έπαιζε για τον τίτλο (δόξα) και το πριμ (χρήμα). Η Σαρδηνία και η Κάλιαρι του έδιναν ζωή επειδή ήταν από την πλευρά των φτωχών, των αουτσάιντερ, αυτών που δεν είχαν στον (ποδοσφαιρικό) ήλιο μοίρα. Και τους την έδωσε αυτός, απελευθερώνοντας όλη την οργή του για όσα είχε ζήσει πιτσιρικάς καθώς μεγάλωνε.
Στο γήπεδο μεταμορφωνόταν σε κτήνος
Ο Τζάνι Μπρέρα, ο θρύλος της ιταλικής αθλητικής δημοσιογραφίας, του έδωσε το προσωνύμιο “Rombo di tuono”, κάτι σαν τη βροντή πριν την αστραπή, λόγω του τρομερά δυνατού σουτ με το αριστερό και γενικά του τρόπου παιχνιδιού του, της μεταμόρφωσης του μέσα στο γήπεδο. Εκεί όπου γινόταν ένα θηρίο, ένα κτήνος που δεν ένιωθε τίποτα από κανέναν αντίπαλο, αφήνοντας τα συναισθήματα του να τον καθοδηγήσουν. Και το κύριο συναίσθημα ήταν αυτό του θυμού, ο οποίος δεν του έφυγε ποτέ.
Ο Τζίτζι Ρίβα δεν έφυγε ποτέ από τη Σαρδηνία, δεν παντρεύτηκε ποτέ παρά το γεγονός ότι έκανε δύο παιδιά και δεν αρνήθηκε, τελικά, να περιγράψει τον εαυτό του, τη ζωή του, την καριέρα του ή τον τρόπο παιχνιδιού του, με μια ατάκα που τα εξηγεί όλα με τον καλύτερο τρόπο.
«Τα χτυπήματα των αμυντικών είναι σαν χάδια σε σύγκριση με τα χτυπήματα του πένθους, της μοναξιάς και της στέρησης»…
Διαβάστε στο italians.gr
Εθνική Ιταλίας: Το ματς που χώρισε ένα κράτος στα δύο και έκανε μισητό ένα μυθικό 10άρι
Εθνική Ιταλίας: Η ομάδα που κατέκτησε Eurο βάζοντας μόνο τρία γκολ
Εθνική Ιταλίας: Γιατί ο Σάκι δεν πήρε τον Μπάτζιο στο Euro 1996