Ολοι έχουμε πει τη φράση «είσαι λαμόγιο» κάποια στιγμή, οπότε έχει ενδιαφέρον να δούμε και πώς προέκυψε η συγκεκριμένη λέξη.
Η Ελλάδα είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο για πολλά πράγματα. Και ένα από αυτά, είναι και για μια αγαπημένη τρισύλλαβη λέξη με τρία «α». Τα τελευταία χρόνια ειδικά, όμως, στη χώρα μας υπάρχει ακόμη μία τρισύλλαβη λέξη που κερδίζει έδαφος. Που χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά. Που όλοι έχουμε πει κάποια στιγμή. Πρόκειται για τη λέξη «λαμόγιο», η προέλευση της οποίας έχει ενδιαφέρον. Και έχει ενδιαφέρον, γιατί δεν προήλθε από κάτι που έχει σχέση με την Ελλάδα. Προήλθε από την Ιταλία και ακόμη πιο συγκεκριμένα από τη Σικελία στην μεταπολεμική περίοδο. Τότε που όλοι προσπαθούσαν να κερδίσουν λεφτά με κάθε τρόπο. Και ένας από αυτούς ήταν και τα χαρτιά.
Τότε λοιπόν, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οικονομική κατάσταση της Ιταλίας δεν ήταν καθόλου καλή. Και ειδικά στον νότο, στη Σικελία. Εκεί όπου άρχισαν να παίζουν χαρτιά όλο και περισσότεροι. Και ειδικά μετά τα μεσάνυχτα. Αραζαν, έβγαζαν τα χαρτιά, στοιχημάτιζαν ό,τι μπορούσαν να στοιχηματίζουν και έπαιζαν. Και όπως συμβαίνει πάντα, υπήρχαν δύο κατηγορίες: Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι. Αυτοί που έχαναν ήθελαν να συνεχίζουν να παίζουν μέχρι τα ξημερώματα, ελπίζοντας ότι θα ρεφάρουν. Οτι θα γυρίσει το χαρτί και θα περιορίσουν τις ζημιές. Αυτοί που κέρδιζαν, από την άλλη πλευρά, ήθελαν να σταματήσουν. Να πάρουν τα κέρδη και να επιστρέψουν σπίτια τους. Στη γυναίκα τους.
Το λάθος που «γέννησε» τη λέξη
Η σύζυγος, λοιπόν, είναι αυτή από την οποία προέκυψε η λέξη «λαμόγιο». Πώς όμως; Οι κερδισμένοι στα χαρτιά, θέλοντας να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι επιθυμούσαν να σταματήσουν, έφερναν την απόλυτη δικαιολογία: «La moglie». Η σύζυγος, στα ελληνικά. Υποστήριζαν, δηλαδή, ότι τους περίμενε η γυναίκα και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν άλλο. Επρεπε οπωσδήποτε να επιστρέψουν στο σπίτι. Ετσι, ακουγόταν συνεχώς «la moglie, la moglie». Και εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι, για όσους δεν μιλάνε ιταλικά: Το «la moglie» διαβάζεται «λα μόλιε». Στην Ελλάδα, όμως, μάλλον δεν το ήξεραν πολλοί. Ετσι, το διάβαζαν ή το έλεγαν «λα μόγλιε».
Αυτό το «λα μόγλιε», λοιπόν, στο πέρασμα του χρόνου έγινε «λαμόγιο». Και κάπως έτσι, οι Σικελοί στην μεταπολεμική Ιταλία κατάφεραν να μείνουν στην ιστορία, αφού η δικαιολογία τους για να σταματήσουν να παίζουν χαρτιά, έγινε ένας απαξιωτικός χαρακτηρισμός στην Ελλάδα…
Διαβάστε στο italians.gr
Ούνα φάτσα ούνα ράτσα: Πώς βγήκε η περιβόητη φράση μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών
Οι περιοχές της Ιταλίας στις οποίες μιλάνε ελληνικά
Η διάσημη καφετέρια «Έλληνας» στο κέντρο της Ρώμης: Ποιος την έφτιαξε και ποιοι πέρασαν από εκεί
Πηγή φωτογραφίας: pexels.com